Κείμενα

Ο Νέος Ακαδημαϊσμός

Μιχάλης Γ. Καλλιμόπουλος

Πηγή: Κατάλογος της έκθεσης "Εγώ κατ’ Εμέ", Γκαλερί Νέες Μορφές, Απρίλιος 2007

17/03/2007

Εσείς και κυρίως εμείς ζούμε σε κακή περίοδο για τα εικαστικά. Είναι ακόμα η περίοδος του όχι, περίοδος που ξεκίνησε απ’ το όχι της τέχνης στον εαυτό της, συνεχίστηκε με το όχι της τέχνης στην κοινωνία και ολοκληρώνεται σήμερα με το μεγάλο όχι της κοινωνίας σ’ αυτό που λέμε τέχνη. Η τέχνη φυτοζωεί σαν μία ξεπεσμένη αριστοκράτισσα× οι συγγενείς και τα τέκνα της την εκτόπισαν στο περιθώριο, χωρίς εκείνη να προλάβει να καταλάβει τι έγινε. Έμεινε με την αγωνία μην τους μοιάσει, μην γίνει φτηνή ή εύληπτη, μην γίνει προϊόν, ενώ έχει πάντα και το κόμπλεξ ότι την χρησιμοποίησαν και μετά την πέταξαν. Το ευρύτερο κοινό δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στο σύγχρονο έργο, αλλά δυσκολεύεται και ο καλλιτέχνης, στην διαρκή προσπάθεια να φτάσει ένα ευρύτερο κοινό.

Αποθαρρυμένος από την κοινωνία, από την οποία έχει οικονομικοκοινωνικά πλέον ξεκόψει, ο καλλιτέχνης ταυτόχρονα βιώνει την δραστηριότητά του σαν ένα επάγγελμα με όλα τα κακά συνεπακόλουθα. Μάλιστα, οφείλει να βλέπει την ιδιότητά του σαν πρωτίστως ένα επάγγελμα προκειμένου να το προάγει ως βιοπορισμό. Αποθαρρυμένος και από την τέχνη του, την οποία καλείται να υπερασπιστεί, αν και δεν τρέφει αυταπάτες γι’ αυτήν: δεν είναι πραγματική τέχνη, αφού την χρησιμοποιεί ως επάγγελμα, ούτε είναι σοβαρό επάγγελμα αφού τα προϊόντα του δεν εξυπηρετούν κάποια ζωτική ανάγκη των συνανθρώπων του, κι ας κοστίζουν όσο ένα αυτοκίνητο. Είναι παγιδευμένος ανάμεσα στο επάγγελμα άρα μη-τέχνη και το τέχνη άρα μη-επάγγελμα.

Σήμερα, η φύση του πεδίου των εικαστικών, από την αρχή, από τον ορισμό ήδη του τι είναι και τι δεν είναι εικαστικές τέχνες, περιέχει τόσο τον καλλιτέχνη όσο κυρίως το έργο μέσα σε ένα αχανές και συγκεχυμένο περιβάλλον. Είναι άξιο λόγου πως ενώ οι άλλες δραστηριότητες κλείνουν και αυτό-ορίζονται σε ολοένα πιο στενά περιβάλλοντα εξειδίκευσης, η τέχνη μοιάζει να απολαμβάνει την σπανιότητα ενός ιστορικά πρωτοφανούς ελεύθερου περιβάλλοντος. Αυτή η ελευθερία δια της αοριστίας εμφανίζεται σε διεθνές επίπεδο και περιβάλλει τα εικαστικά σε μια ονειρική αχλή, μια παραμυθένια …μετα-κατάσταση όπου επιτρέπονται τα πάντα χωρίς λογοκρισία ή αποκλεισμούς, χωρίς απαιτήσεις ή προδιαγραφές. Και ενώ αυτή η εν προκειμένω ελευθερία της είναι απαραίτητη για την ευόδωση πνευματικής εργασίας, η τέχνη δεν έχει -και δεν φαίνεται να έχει σκοπό - να επιστρέψει στην κοινωνία καρπούς αντάξιους της ελευθερίας αυτής (και έτσι ηθικά την ακυρώνει). Το παραπάνω επιβεβαιώνεται έμπρακτα, όχι τόσο από τα σύγχρονα έργα, όσο από την κοινωνία την ίδια που μοιάζει σαν να μην περιμένει πολλά από τις εικαστικές τέχνες.

Τα εικαστικά μοιάζει να κινούνται από αδράνεια και μόνο, και μάλιστα εσωτερική, των συντελεστών τους. Κι ενώ η τέχνη περνάει την πιο οργανωμένη της περίοδο, όπου ένα πλήρες οικονομικό σύστημα έχει διαμορφωθεί γύρω της, την έχει οργανώσει και την έχει αναγάγει σε μία υπολογίσιμη βιομηχανία, όλοι κατ’ ιδίαν ομολογούν πως τα καλύτερα έργα τέχνης βρίσκονται πίσω μας κι όχι μπροστά μας. Τοπικοί και διεθνείς παράγοντες συνιστούν την αγορά της τέχνης. Παράγουν, διαμορφώνουν, διακινούν, ελέγχουν και προγραμματίζουν την Διεθνή Τέχνη του σήμερα. Διεθνείς εταιρίες του τομέα, μεγάλες συλλογές και κέντρα πολιτισμού και προπαντός οι εθνικές πολιτικές των κρατών για την τέχνη καθορίζουν το όλο σύστημα. Οι αναζητήσεις της τέχνης θα πρέπει να περάσουν μέσα απ’ αυτό. Για τόσο μεγάλους παίκτες το έργο τέχνης καταντά να μην έχει ιδιαίτερη σημασία – κάλλιστα μπορεί να βρεθεί ένα άλλο ή να φτιαχτεί ένα άλλο. Όπως σε ένα χρηματιστήριο, μια μεγάλη δύναμη στην αγορά είναι ικανή να την μετακινήσει προς ίδιον όφελος.

Μέσα σ’ αυτό το διεθνές χρηματιστήριο που είναι τα εικαστικά, διαδραματίζεται μία παγκόσμια κούρσα για την πρωτοτυπία, το νέο υλικό, την μεγάλη κλίμακα και ακριβή παραγωγή, το έξυπνο για το έξυπνο και το αιρετικό για το αιρετικό. Συχνά δε, στην θεματική, εμφανίζεται ο αυτισμός του σχολιασμού της τέχνης απ’ τον εαυτό της ή ο σολιψισμός να παρουσιάζεται ο καλλιτέχνης ως θέμα και όχι ως μέσο για το θέμα. Αυτά τα χαρακτηριστικά διέπουν τις Διεθνείς Εκθέσεις, αναπαράγονται στις Ακαδημίες όλου του κόσμου και ορίζουν την σύγχρονη τέχνη - μέσα απ’ αυτό το φορμαλισμό, την στειρότητα και την έλλειψη περιεχομένου, την έλλειψη έννοιας, λόγου, κειμένου, το σύμπλεγμα αγοράς και σχολών, κατασκευάζει έναν νέο, μεταμοντέρνο ακαδημαϊσμό. Στα πρότυπα των προκατόχων του, ορθώνει εμπόδια στην προσπάθεια για αναζήτηση της όποιας αλήθειας.

(Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή και συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο της έκθεσης Εγώ κατ’ Εμέ στην Γκαλερί Νέες Μορφές τον Απρίλιο του 2007).

« Κείμενα